Ο Κριστιάν Καραμπέ είναι πολύ καλός άνθρωπος. Δεν ξέρω πως θα αντιδρούσα εγώ αν γνώριζα ότι ο τύπος στον οποίο προσπαθώ να μάθω γκολφ, πέρασε σαράντα λεπτά κλεισμένος με την γυναίκα μου στην κρεβατοκάμαρα μιας σουίτας ξενοδοχείου με την εντολή να μην τους ενοχλήσει κανείς. Και συν τοις άλλοις, η γυναίκα μου να λέγεται Αντριάνα Σκλεναρίκοβα και να αποτελεί την φαντασίωση ολόκληρου του αντρικού πληθυσμού (εξαιρείται ο φίλος μου ο Γιώργος που δηλώνει υπεράνω). Ωραία… Και αφού κατάφερα να κερδίσω τις εντυπώσεις, μπορώ να ομολογήσω ότι η συνάντηση μας δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μία συνέντευξη για τις «Επιλογές» (για την οποία με μίσησαν φίλοι και γνωστοί) και ότι η σωματική μου επαφή με την Αντριάνα περιορίστηκε σε μια χειραψία.
Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι το χέρι με το οποίο άγγιξα την Σλοβάκα καλλονή (και δεν έπλυνα για μία εβδομάδα) ήταν το χέρι με το οποίο, μάταια, προσπαθούσα να πιάσω το μπαστούνι του γκολφ. Παρότι δεν ήταν η πρώτη φορά που ασχολήθηκα με το ευγενές άθλημα (μπορείτε να διαβάσετε την περσινή μου εμπειρία, εδώ) εξακολουθώ να πιστεύω ότι πρόκειται για το δυσκολότερο πράγμα που έχω κάνει στη ζωή μου. Ο Κριστιάν Καρεμπέ μαζί με τον Τάκη Γκώνια (που πλέον είναι επαγγελματίας παίκτης του γκολφ) και άλλους δύο γκολφέρ, απάρτιζαν μία από τις ομάδες που έλαβαν μέρος στο «7ο Aegean Pro Am» που διεξήχθη στα courses του Aphrodite Hills στην Κύπρο από τις 30 Μαΐου έως τις 2 Ιουνίου, διοργάνωση που κλήθηκα να παρακολουθήσω. Για την διοργάνωση, θα αρκεστώ να πω ότι ήταν εξαιρετική. Μακάρι να μπορούσα να πω το ίδιο και για τις ικανότητές μου στο γκολφ.
Η ιστορία είναι λίγο πολύ, γνωστή από πέρσι. Λίγο προτού αρχίσω να βγάζω αφρούς από το στόμα και αρχίσω να κυνηγώ με το μπαστούνι όλους εκείνους που με περισσή άνεση χτυπούσαν το ένα μπαλάκι μετά το άλλο, ένας γνώριμος τύπος από το ποδοσφαιρικό παρελθόν μου, ήρθε για να βοηθήσει: ο Κριστιάν Καρεμπέ. Για να μην πολυλογώ, δεν πίστευα ότι ένας άνθρωπος που πήγε να προπονηθεί με στόχο να κατακτήσει την πρωτιά στο τουρνουά, θα είχε την όρεξη και την υπομονή να καθίσει για μισή ώρα με κάποιον που δεν μπορεί να πιάσει ούτε το μπαστούνι και να τον μεταμορφώσει σε δεινό παίκτη (για τα δικά μου δεδομένα). Και όμως… Κάθισε δίπλα μου και άρχισε να μου εξηγεί, αρχικά στην θεωρία και έπειτα στην πράξη, την στάση του σώματος, τον τρόπο με τον οποίο κρατάς το μπαστούνι και χτυπάς την μπάλα και την κίνηση του σώματος μετά το χτύπημα. Ούτε απογοητεύτηκε με την ασχετοσύνη μου. Έστηνε και ξαναέστηνε την μπάλα, διόρθωνε τις κινήσεις, ανέβαζε την ψυχολογία και μου αποκάλυψε το μυστικό της επιτυχίας: «ακόμη και αν βλέπεις ότι δεν τα καταφέρνεις, μην τα βάζεις κάτω, συνέχισε να προσπαθείς…».
Αν το χορτάρι μπορούσε να μιλήσει, όσο ευγενικό και να ήταν, είμαι σίγουρος ότι θα με έβριζε για τα απανωτά χτυπήματα που δεχόταν. Και κάποια στιγμή, στο ημίωρο, ήρθε το μαγικό χτύπημα. Η μπάλα έφυγε με δύναμη και ύψος. Το χορτάρι σίγουρα θα απόρησε. Και μετά ήρθε και άλλο χτύπημα. Και άλλο… Ένιωσα να πετάω από ικανοποίηση. Ο Καρεμπέ είδε τους καρπούς του να αποδίδουν. Χαμογέλασε και στάθηκε δίπλα μου για να παίξει και αυτός. Λίγο παραπέρα ο Γκώνιας έδειχνε στον Τζόρτζεβιτς πώς να κρατήσει το μπαστούνι. Με το πρώτο χτύπημα της ζωής του, έστειλε την μπάλα στα 150 μέτρα. Το ίδιο και με το δεύτερο και το τρίτο… Οι παλιοί συμπαίκτες του, κοιτούσαν ο ένας τον άλλον με απορία. Ο τσαμπουκάς μου έσπασε και πάλι. Έστησα την μπάλα και συνέχισα να καμαρώνω για τα χτυπήματα των 80 μέτρων…